Το status quo που υπάρχει αυτή τη στιγμή «βολεύει» αρκετούς εντός και εντός συνόρων αναφέρουν αναλυτές
Υπομονή, δειλία ή «υπολογισμένη κίνηση»; Αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που υπάρχουν μετά την αρνητική απάντηση του Ανώτατου Θρησκευτικού Ηγέτη του Ιράν στον πρόεδρο των ΗΠΑ και που τα οποία ακόμη δεν έχουν απαντηθεί ξεκάθαρα.
Στην Τεχεράνη προτίμησαν την «αντίσταση» από την «ειρήνη» ανέφεραν μερικά από τα ΜΜΕ της χώρας και τόνισαν πως επρόκειτο για μια «δύσκολη» απόφαση που φυσικά έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά.
Υπάρχουν κάποιοι εντός και εκτός Ιράν που επωφελούνται από τη συνέχιση του status quo, άνθρωποι που είναι περισσότερο γνωστοί ως «λάτρεις των κυρώσεων».
Δεν έχουν περάσει ακόμη 24 ώρες από την ανακοίνωση της απόφασης, η οποία για άλλη μια φορά έθεσε νέα ρεκόρ για το δολάριο και το ευρώ στις ιρανικές αγορές και απογοήτευσε τους λίγους που ήλπιζαν σε ένα «θαύμα».
Ασάφεια όσον αφορά την ετοιμότητα και την στρατηγική της Τεχεράνης
Και ενώ το Ιράν έκανε στρατιωτικούς ελιγμούς με τους στρατηγικούς του εταίρους, με την Κίνα και τη Ρωσία, στα ύδατα του Τσαμπάχαρ, η Ισλαμική Δημοκρατία κινήθηκε διαφορετικά μέσω του διπλωματικού της απεσταλμένου στα Ηνωμένα Έθνη λέγοντας: «Εάν ο στόχος των συνομιλιών είναι να αντιμετωπιστούν ανησυχίες σχετικά με οποιαδήποτε πιθανή στρατιωτικοποίηση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, μπορούμε να εξετάσουμε τέτοιες συζητήσεις».
Τι συμβαίνει πίσω από το «παραβάν» και ποια είναι τα πιθανά σενάρια;
Δεδομένης της κρίσιμης κατάστασης της ιρανικής οικονομίας, θα πρέπει να δούμε ποια είναι η στρατηγική του Ιράν βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Επιδιώκει η Τεχεράνη «στρατηγική υπομονή» ή στρέφεται σε «κρυφή διπλωματία»;
Πιθανά σενάρια
Διαπραγμάτευση ή στρατιωτική δράση
Σε συνέντευξή του στις 7 Μαρτίου στο Fox News, ο Ντόναλντ Τραμπ ισχυρίστηκε για άλλη μια φορά ότι είχε δύο επιλογές: διαπραγμάτευση ή στρατιωτική δράση. Με την απόρριψη των διαπραγματεύσεων από τον Αλί Χαμενεΐ, η αμερικανική κυβέρνηση μπορεί να κινείται προς αυστηρότερες κυρώσεις και ακόμη και περιορισμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, ένα ζήτημα που πρέπει να αναζητηθεί περαιτέρω στις άμεσες σχέσεις μεταξύ Ουάσινγκτον και Τελ Αβίβ.
Εάν η Αμερική πιστεύει ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν πλησιάζει στο σημείο όπου δεν υπάρχει επιστροφή και υπό την πίεση του Νετανιάχου, μπορεί να συμφωνήσει σε μια περιορισμένη επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις της Τεχεράνης.
Εάν ένα τέτοιο σενάριο αποδειχθεί αληθινό, η οικονομία του Ιράν θα αποδυναμωνόταν ακόμη περισσότερο, το ιρανικό νόμισμα, το ριάλ, θα συνέχιζε τη δραματική πτώση του και οι αναταραχές στους δρόμους θα ήταν πιο πιθανό να κλιμακωθούν.
Συνέχιση της τρέχουσας κατάστασης με έμμεσες διαπραγματεύσεις
Αν και το Ιράν επισήμως δεν δέχεται να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει διαφορετικούς διάυλους επικοινωνίας με την προεδρία Τραμπ, όπως το Κατάρ και το Ομάν.
Αυτό το μοτίβο έχει χρησιμοποιηθεί ξανά στο παρελθόν, όπως για περιπτώσεις που αφορούν ανταλλαγές κρατουμένων χωρίς επίσημες διαπραγματεύσεις. Στην περίπτωση αυτή η οικονομική πίεση δεν μειώνεται, αλλά αποτρέπεται η στρατιωτική εμπλοκή.
Σε αυτό το σενάριο, το Ιράν είναι πιθανό να συνεχίσει μια πολιτική οικονομικής αντίστασης και εξάρτησης από παραδοσιακούς συμμάχους όπως η Κίνα και η Ρωσία. Χωρίς συνολική συμφωνία, ωστόσο, εξακολουθούν να ισχύουν κυρώσεις και εγχώρια προβλήματα όπως ο πληθωρισμός και η ανεργία κλιμακώνονται.
Αν εντατικοποιηθούν οι οικονομικές πιέσεις, αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να οδηγηθεί η χώρα στο χείλος της κατάρρευσης αφού είναι πολύ πιθανό να δημιουργηθούν μεγαλύτερα ρήγματα μεταξύ λαού και κυβέρνησης, η οποία μετά τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου είναι ιδιαίτερα ευάλωτη.
Ενίσχυση του μετώπου αντίστασης και των περιφερειακών συγκρούσεων
Ένα σενάριο που είναι λιγότερο πιθανό από τα παραπάνω είναι η αύξηση της δραστηριότητας των ιρανικών ομάδων πληρεξούσιων, ιδιαίτερα στο Ιράκ και την Υεμένη, και οι προσπάθειες να καταστεί η Συρία ανασφαλής και να κλιμακωθούν οι εντάσεις μεταξύ των Αλαουιτών και των νέων ηγεμόνων της χώρας. Καθώς οι πυραυλικές της δραστηριότητες αυξάνονται, η Τεχεράνη θα μπορούσε να συνεχίσει να εμπλέκεται έμμεσα με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, τροφοδοτώντας έναν περιφερειακό «Ψυχρό Πόλεμο».
Μια τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να αυξήσει τις εντάσεις στον Περσικό Κόλπο και τη Μέση Ανατολή, αλλά θα έκανε το Ιράν πιο ευάλωτο σε άμεσες επιθέσεις. Η οικονομία του Ιράν θα υποστεί επίσης αυστηρότερες πιέσεις και η διεθνής απομόνωση και οι κυρώσεις θα ενταθούν.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση στο Ιράν βραχυπρόθεσμα θα επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από τις αποφάσεις των ΗΠΑ. Εάν ο Τραμπ εφαρμόσει τις απειλές του και προωθήσει τη στρατιωτική επιλογή, το Ιράν αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη κρίση (οικονομική, πολιτική, στρατιωτική). Αλλά αν η Αμερική δείξει προθυμία να διαπραγματευτεί έμμεσα ή να διατηρήσει πίεση χωρίς σύγκρουση, το Ιράν μπορεί να διατηρήσει το status quo αγοράζοντας χρόνο.
Αλλά μακροπρόθεσμα, χωρίς θεμελιώδη αλλαγή στην εξωτερική πολιτική ή την εσωτερική μεταρρύθμιση, η βελτίωση των οικονομικών συνθηκών και των συνθηκών διαβίωσης φαίνεται απίθανη. Ας μην ξεχνάμε ότι η πολιτική «περιορισμού του πετρελαίου» του Ιράν, η οποία βρίσκεται στο προσκήνιο του Λευκού Οίκου κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου μέγιστης πίεσης από τον Τραμπ, θα μπορούσε να κάνει τη δουλειά μόνη της εάν εφαρμοστεί πλήρως και αυστηρά.
euronews