DÜNYA
Giriş Tarihi : 09-10-2022 18:24

Οι Σαουδάραβες κλείνουν τη στρόφιγγα του πετρελαίου

Αντιδράσεις προκαλεί στις ΗΠΑ η απόφαση του OPEC, υπό την καθοδήγηση της Σαουδικής Αραβίας, να μειώσει την παραγωγή του πετρελαίου. «Καμπανάκι» ύφεσης από το ΔΝΤ.

Οι Σαουδάραβες κλείνουν τη στρόφιγγα του πετρελαίου

Μάλλον δεν κράτησε πολύ η όψιμη «άνοιξη» στις σχέσεις της Δύσης με τη Σαουδική Αραβία. Παρά την ψυχρότητα των τελευταίων ετών, η οποία εν πολλοίς οφείλεται στη στυγνή δολοφονία του δημιοσιογράφου Τζαμαλ Κασογκι στο σαουδαραβικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης το 2018, το καλοκαίρι ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έκανε την υπέρβαση και επισκέφθηκε τη Σαουδική Αραβία, προκειμένου να ενισχύσει τη διμερή «στρατηγική συνεργασία», όπως έλεγε τότε. Πρόσφατα βρέθηκε στη χώρα και ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς. Ο στόχος ήταν σαφής: Σε μία δύσκολη γεωπολιτική συγκυρία και με πρωτοβουλία των Σαουδαράβων ο OPEC, το μεγαλύτερο παγκοσμίως καρτέλ πετρελαιοπαραγωγών χωρών, θα μπορούσε να αυξήσει την ημερήσια παραγωγή του, υψώνοντας ανάχωμα στη συνεχή αύξηση των τιμών του ενέργειας.  

Τελικά όμως συνέβη το αντίθετο. Την Τετάρτη ο OPEC αποφάσισε να μειώσει την παραγωγή κατά δύο εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως. «Απογοητευμένος» δηλώνει ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, λίγες εβδομάδες πριν από τις κρίσιμες «ενδιάμεσες εκλογές» για το Κογκρέσο. Από το Περού εκφράζει τη δυσαρέσκειά του και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, αφήνοντας μάλιστα να εννοηθεί ότι η απόφαση των Σαουδαράβων θα έχει συνέπειες: «Εξετάζουμε μία σειρά εναλλακτικών λύσεων για να απαντήσουμε, σε στενή συνεργασία με το Κογκρέσο», δηλώνει χαρακτηριστικά. «Δεν θα κάνουμε τίποτα που θα αντίκειται στα συμφέροντά μας. Θα προηγηθεί διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερόμενους, καθώς αποφασίζουμε τα επόμενα βήματα».

Το «αγκάθι» των εξοπλισμών

Δημοκρατικοί βουλευτές ζητούν από την κυβέρνηση Μπάιντεν να τερματίσει τις εξαγωγές όπλων στη Σαουδική Αραβία. Στο Κογκρέσο δυναμώνουν και πάλι οι φωνές διαμαρτυρίας για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιομάτων, αλλά και για τον «κρυφό πόλεμο» των Σαουδαράβων στη γειτονική Υεμένη, τον οποίο οι ίδιοι θεωρούν απάντηση στις επιθέσεις Σιϊτών ανταρτών Χούθι με στόχο πετρελαϊκές εγκαταστάσεις. Ανθρωπιστικές οργανώσεις κατηγορούν τη Σαουδική Αραβία για «εγκλήματα πολέμου» στην Υεμένη. Το δέλεαρ των εξοπλισμών επιστράτευσε και ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς λίγες μέρες μετά την επίσκεψή του στο Ριάντ, επιτρέποντας και πάλι τις εξαγωγές όπλων προς τη Σαουδική Αραβία. 

Όλα αυτά φαίνεται ότι δεν πείθουν, ακόμη τουλάχιστον, τους Σαουδάραβες να ανοίξουν τη στρόφιγγα του πετρελαίου. Αναλυτές κάνουν λόγο για «ένα δώρο» προς τη Ρωσία του Βλάντιμιρ Πούτιν, η οποία άλλωστε συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων στα πλαίσια του διευρυμένου σχήματος «OPEC+» και ήδη από τον Σεπτέμβριο είχε ανακοινώσει ότι θα προτείνει στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες να μειώσουν την παραγωγή τους κατά ένα εκατομμύριο βαρέλια ημερησίως. Κριτική από τον Άντονι Μπλίνκεν: «Θεωρούμε ότι η απόφαση αυτή είναι απογοητευτική και κοντόφθαλμη, ιδιαίτερα σε μία στιγμή που η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει την πρόκληση της ανάκαμψης από την πανδημία, καθώς και τις συνέπειες του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία. Έχουμε πει με σαφήνεια ότι η προσφορά θα πρέπει να ανταποκρίνεται στη ζήτηση και έχουμε εργαστεί στην κατεύθυνση αυτή. Όπως γνωρίζετε, έχουμε λάβει κι εμείς μέτρα, ανατρέχοντας σε στρατηγικά αποθέματα και αυξάνοντας την παραγωγή στις ΗΠΑ κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως».

ΔΝΤ: «Κίνδυνος ύφεσης»

Τώρα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) αναθεωρεί επί τα χείρω τις προβλέψεις του για την πορεία της διεθνούς οικονομίας το 2023. Για ανάπτυξη 2,9% κάνει λόγο η επικεφαλής του Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, μιλώντας στο πανεπιστήμιο Τζώρτζταουν της Ουάσιγκτον. Παράλληλα όμως προειδοποιεί για τον αυξανόμενο κίνδυνο ύφεσης.

«Σε γενικές γραμμές περιμένουμε ότι από σήμερα και μέχρι το 2026 η παγκόσμια οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 4 τρισεκατομμύρια δολάρια», λέει η επικεφαλής του ΔΝΤ. «Για να σας δώσω μία αίσθηση τί σημαίνει αυτό, ισούται με το μέγεθος ολόκληρης της γερμανικής οικονομίας. Και δυστυχώς, αν και είμαι αισιόδοξος άνθρωπος, οφείλω να ομολογήσω είναι περισσότερες οι πιθανότητες για επιδείνωση, παρά για βελτίωση...»

DW

AdminAdmin